8/11/07

Δύο χρόνια σιωπή

Αγαπητή Λεξιμαργία,

συμπλήρωσες ήδη δύο χρόνια ύπαρξης και συνεχίζω ακάθεκτος να σε τιμώ με τη σιωπή μου. Ο απολογισμός εύκολος: σε δύο χρόνια δημοσίευσα 28 σύντομα σημειώματα, όσα δηλαδή ένας μπλόγκερ γράφει σε ένα μήνα. Δεν έγινα μπλόγκερ. Ως συνήθως από εκεί που ξεκίνησα εκεί κατέληξα. Από τη σιωπή στη σιωπή. Από ένα καπρίτσιο δεν σε διαγράφω και ταλαιπωρώ αρκετούς που σκοντάφτουν πάνω σου στο google. Σε απάτησα μερικές φορές με διάφορα one-post-stands, αλλά τελικά πάντα γυρίζω πίσω. Μου αρέσει που υπάρχεις. Είσαι η κλωτσιά στη συνείδησή μου. Όσο υπάρχεις μου υπενθυμίζεις ότι οι πόρτες είναι ανοικτές και τα σκυλιά δεμένα. Ότι εάν θέλω να γράψω μπορώ να το κάνω. Όσο υπάρχεις, δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Τελικά δεν θέλω να γράφω. Τα 700 κείμενα που σχεδίασα στο μυαλό μου ποτέ δεν τα έγραψα. Και είναι αλήθεια ότι κανείς δεν μου παραπονέθηκε γι' αυτό.

7/8/07

Υπαγορευτές και συγγραφείς

Πριν από λίγο γκάζωναν οι σκέψεις μα να τώρα μόλις άρχισα να γράφω η ταχύτητα έπεσε κατακόρυφα. Το παράπονο μου είναι ότι τα δάκτυλα μου ποτέ δεν προλαβαίνουν τις εικόνες και τις σκέψεις στη φυσιολογική τους ροή. Και σίγουρα το πρόβλημα δεν είναι ότι δακτυλογραφώ αργά. Είναι ασύμβατοι οι ρυθμοί της σκέψης και του γραψίματος. Οπότε ο πιο αργός δίνει αναγκαστικά το τέμπο. Αυτό συχνά έχει ως αποτέλεσμα το μυαλό να βαριέται. Μια εναλλακτική λύση θα μπορούσε να είναι η υπάγορευση, αλλά την απορρίπτω εξ αρχής για ιδεολογικούς (ή ιδεοληπτικούς αν προτιμάτε) λόγους. Η υπαγόρευση δεν είναι γράψιμο. Πολλοί γνωστοί και επώνυμοι συγγραφείς σήμερα με αυτόν τον τρόπο συνθέτουν τα ευπώλητα βιβλία τους κι εγώ για να τους εκδικηθώ δεν τα διαβάζω. Έτυχε να ακούσω γνωστό συγγραφέα να το αναφέρει σε μια παρουσίαση που βρέθηκα εντελώς τυχαία και αμέσως από συγγραφέας υποβιβάστηκε σε υπαγορευτή. Και αριστουργήματα να εκδίδει για μένα δεν είναι συγγραφέας. Άκρατως υποκειμενισμός που ταυτίζεται απόλυτα με το υποκείμενο μου. Είμαι ένας ρομαντικός αφελής που πιστεύω ότι οι συγγραφείς κάθονται και γράφουν. Δηλαδή καθίζουν τον κώλο τους σε μια καρέκλα (ή πολυθρόνα αν προτιμάτε), προσαρμόζουν τη σκέψη τους στο ρυθμό των χεριών ή των δακτύλων τους και γράφουν. Η συγγραφή είναι χειρωνακτική εργασία. Τώρα θα μου πείτε ότι και ο Ντοστογιέφσκι υπαγόρευε σε μεγάλο βαθμό τα έργα του στη γυναίκα του. Δίκιο έχετε. Ο πρόχειρος αντίλογος μου είναι ότι πέθανε σκύβοντας να σηκώσει την πένα του.

29/5/07

Λεωφόρος Αμαλίας

Βρέθηκα σήμερα στο Σύνταγμα. Περπάτησα για λίγο στη λεωφόρο Αμαλίας. Και έτσι ξαφνικά το αποφάσισα για τον εαυτό μου, ότι από σήμερα για μένα θα λέγεται Λεωφόρος Αμαλίας Καλυβίνου. Και αν ήταν στο χέρι μου, στο κτίριο της Βουλής θα κυμάτιζε από αύριο ένα τεράστιο πανό που θα έγραφε: «Να γίνουν εξαίρεση οι αλμπάνηδες ρε παιδια, όχι ο κανόνας...»

Αν με ρωτήσει η κόρη μου κάποτε από που πήρε το όνομα της αυτή η λεωφόρος, θα της πω δίχως δεύτερη σκέψη: από μια κοπέλα που πέθανε με το κεφάλι ψηλά ζητώντας το αυτονόητο: αξιοπρέπεια.

25/5/07

Λεξιμαργικά γυμνάσματα ΙΙ

Το υστερικό άλφα

Ένα άρρητο ρητό
είν' αόρατα ορατό
κι ο ανόητος νοήμων
φέρει όνομα ανωνύμων


****
ακηδία ή κηδεία;
απορία ή πορεία;
άνοστος ή νόστος;
αλήτης ή λύτης;


Τα υστερικά

είχα τύχη που 'χα τείχη
και η λύπη δε μου λείπει


****
δυο και δυο οκτώ
εννιά και δυο δεκατρία
μάλωσα με τους αριθμούς
και μ' έπιασε αρρυθμία

Λεξιμαργικά γυμνάσματα Ι

Αιμοβόρος χρόνος
χρονοβόρο πένθος
Πενθοφόρος πόθος
ποθοχόος έρως



Το ρυθμό για να ρυθμίσεις
πρέπει ήχους να ηχήσεις
την αγάπη για να χτίσεις
πρέπει τείχη να γκρεμίσεις







Ο προαστειακός κινούνταν διαρκώς
μετέφερε μοναξιές
κι αναρωτιόνταν πότε επιτέλους
θα φτάσει στο αστείο του







Είμαι αυτοκίνητος
και αυτεπαρκής,
ή μήπως ακίνητος
και ανεπαρκής;








Είπε το μαζοχισμό
αλγολαγνεία
και τον ρώτησα
το τηλεόραση δεν σου κάνει;







Ο εφαψίας του απόλυτου
ερωτεύτηκε το μηδέν
και ξεμπέρδεψε μια και καλή
με τη λιβιδούλα

8/2/07

Η επιστήμη της σαχλαμάρας

Παλιότερα, όταν θέλαμε να δηλώσουμε ότι κάποιος κάνει λογικά άλματα στα επιχειρήματα του, χρησιμοποιούσαμε τον συλλογισμό: «το μπουζούκι είναι όργανο, ο αστυνόμος είναι όργανο, άρα ο αστυνόμος είναι μπουζούκι». Ο Πάσχος Μανδραβέλης, του οποίου τα κείμενα ως επί το πλείστον εκτιμώ ιδιαίτερα, έγραψε στην Καθημερινή του περασμένου Σαββάτου (26/1/07), στη στήλη του Απογραφές, ένα κείμενο που φέρει τον τίτλο «Η επιστήμη της σαχλαμάρας» και που ούτε λίγο ούτε πολύ εκσυγχρονίζει τον συλλογισμό που αναφέρθηκε στην αρχή: «πολλοί ψυχολόγοι λένε και γράφουν σαχλαμάρες, η ψυχολογία είναι επιστήμη, άρα η ψυχολογία είναι η επιστήμη της σαχλαμάρας.»

Αφορμή για το κείμενο του Μανδραβέλη είναι το πρόσφατο πόνημα του γνωστού βρετανού «τηλεψυχολόγου» Όλιβερ Τζέιμς, ο οποίος μετά από πολλές συνεντεύξεις με επώνυμους ανακάλυψε τον ιό της “affluenza” που σε ωθεί να επιθυμείς χρήμα, ιδιοκτησία, ομορφιά και δόξα και ο οποίος τελικά σε κάνει να υποφέρεις από κατάθλιψη, φοβίες και διαταραχές της προσωπικότητας. Εντελώς επιεικώς θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει όλα αυτά που λέει και γράφει ο Τζέιμς παπαριές ενδεδυμένες με ψευδοεπιστημονικότητα. Το γεγονός όμως ότι πολλοί συγγραφείς (όχι αποκλειστικά ψυχολόγοι) εκδίδουν διαρκώς παρόμοια πονήματα με τον πόθο να κατακτήσουν τις λίστες των ευπώλητων και να γεμίσουν τις τσέπες τους, πράγμα που συχνά καταφέρνουν, δείχνει περισσότερα για την ποιότητα των αγοραστών και των εκδοτών τους, παρά για την ποιότητα της ψυχολογίας ως επιστήμης.

Όσο και να πιστεύει ο κύριος Μανδραβέλης ότι «σήμερα κάθε ψυχολόγος που σέβεται τον εαυτό του, πρέπει να βρει μια ασθένεια που να της δώσει το όνομα του. Αν δεν υπάρχει, κανένα πρόβλημα: Θα την εφεύρει.», αυτό που προσπαθεί να κάνει ο κάθε ψυχολόγος που σέβεται τον εαυτό του και αυτό που σπούδασε, είναι να διαφυλάξει πλέον την επιστήμη του από τον κάθε κομπογιαννίτη που βρίσκει στο πεδίο της ψυχολογίας ξέφραγο αμπέλι για να προωθήσει τις φραπελιές του.

Ένα άλλο θέμα που θίγει ο κύριος Μανδραβέλης στο άρθρο του είναι ότι «υπάρχει μια τάση να ενοχοποιούνται οι επιλογές των ανθρώπων» και τελικά όλη αυτή η μανία για να ανακαλυφθούν «μανίες» που σχετίζονται με τις ατομικές επιλογές των ατόμων (διαδίκτυο, ηλεκτρονικά παιχνίδια, λατρεία αυτοκινήτου κοκ) αποτελεί μια «ακόμη επιχείρηση συκοφάντησης της ατομικής επιλογής». Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Κατά καιρούς ακούμε για διάφορες νέες «ασθένειες», όπως ακούμε καθημερινά για το νέο φάρμακο που θεραπεύει τον καρκίνο, αυτό όμως δε σημαίνει ότι αυτές οι ασθένειες από την στιγμή που θα καταγραφούν ή θα υποστηριχθούν από κάποιους, αυτομάτως ισχύουν και ως τέτοιες. Είναι αρκετά μακρύς ο δρόμος έως ότου μια «ψυχική διαταραχή» γίνει ψυχική διαταραχή. Και αυτός ο δρόμος περιλαμβάνει δεκάδες εμπειρικές έρευνες που να αποδεικνύουν και στην πράξη αυτά που υποστηρίζονται με τα λόγια. Και φυσικά, για όποιον δεν το έχει αντιληφθεί, το ζητούμενο δεν είναι να ορισθεί τι είναι το «κανονικό» για να ορισθεί στη συνέχεια κατ’ αντιδιαστολή το τι είναι «μη κανονικό». Πολύ περισσότερο αυτό που ενδιαφέρει είναι να προσδιορίσουμε με μια σειρά κριτηρίων πότε μια συμπεριφορά («κανονική» ή «μη κανονική») λειτουργεί εις βάρος του ατόμου. Ατομική επιλογή μπορεί να είναι το να ξοδεύεις όλες σου τις αποταμιεύσεις στο καζίνο, στα ναρκωτικά, σε αγορές αγαθών, ατομική επιλογή είναι και το να είσαι συνέχεια μπροστά σε μια οθόνη υπολογιστή ή τηλεόρασης, ατομική επιλογή είναι ακόμη και το να θέλεις να αυτοκτονήσεις, αυτό όμως δε σημαίνει ότι επειδή ορίσαμε όλα τα παραπάνω ως ατομικές επιλογές, θα πρέπει αυτόματα, στο όνομα μιας δήθεν προάσπισης των ατομικών ελευθεριών, να αφήσουμε αυτούς που υποφέρουν από την επιλογή τους, να συνεχίσουν να υποφέρουν ή ακόμα χειρότερα να καταστραφούν από αυτές.

25/1/07

Ομοταξία Ελλαδιστής της συνομοταξίας Φουφουτολόγος

Δεν μου αρέσουν τα τσουβαλιάσματα, ούτε και νιώθω να με δεσμεύει η μανία να μιλάμε πολιτικώς ορθά. Η λέξη αρχαιογκαγκά απλά δεν μου αρέσει, έτσι στις συζητήσεις με τον εαυτό μου (το πιάσατε το υπονοούμενο) χρησιμοποιώ συχνά την λέξη Ελλαδιστής (κατά το Δαρβινιστής) για να αναφερθώ σε αυτούς που πιστεύουν στα σοβαρά ότι ό,τι υπάρχει σε αυτό το σύμπαν ανακαλύφθηκε στην Ελλάδα. Φυσικά και οι Ελλαδιστές ανήκουν στην συνομοταξία των φουφουτολόγων, η οποία, ως γνωστόν, δεν έχει πατρίδα και σύνορα.

Θα ήθελα να φτιάξω μάλιστα και μια ελλαδιστική αφίσα, αλλά μου λείπει το ταλέντο. Σε αυτήν θα εμφανιζόταν ο Φειδιπίδης καταϊδρωμένος και από κάτω η λεζάντα. “Wireless Network - a greek invention”.

Και για να μην το ξεχάσω:




This is a FunEL-friendly site!

15/1/07

Δεκάλεπτο - 4

Η φράση "dum spiro spero" (όσο ζω ελπίζω) παλαιότερα με ενοχλούσε αφάνταστα. Παρομοίως αντιπαθούσα και το «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία». Ο λόγος είναι απλός. Συνήθως τις παραπάνω φράσεις τις ακούς ως έκφραση παρηγοριάς μετά από μια αποτυχία ή δυστυχία. Άρα τις συνδέεις συνειρμικά με αρνητικά γεγονότα και αυτό όπως αναγκάστηκαν να μας δείξουν τα δυστυχισμένα σκυλάκια του Παυλόφ αποτελεί εγγύηση ότι κάποια στιγμή τα αρχικά ανεξάρτητα πράγματα θα γίνουν αλληλένδετα. Επίσης ενέχει και μεγάλη δόση μοιρολατρίας. Μια ζωή να κουβαλάς την τρύπια σημαία της ελπίδας καταντάει αφόρητα κουραστικό.

Η εκδοχή της Μαρίας "dum spiro spero και θερίζω" μου άρεσε περισσότερο. Το επαναλάμβανε συνέχεια, έτσι το συνέδεσα με το όμορφο χαμόγελο της. Είχε κάτι το παιχνιδιάρικο και αυτοσαρκαστικό ο τρόπος που το έλεγε.

Αργότερα με γοήτευσε ο προμηθεϊσμός του Καζαντζάκη: «δεν πιστεύω τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι λεύθερος». Έσπασα τα μούτρα μου έχοντας χάσει κάθε ελπίδα ότι μπορώ να ελπίζω και γι’ αυτό το άλλαξα «δεν πιστεύω τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι σκλάβος της αδιαφορίας μου για τα πάντα». Ήταν η εποχή που πίστευα ότι είχα χάσει το πολυτιμότερο μου αγαθό: το πάθος μου.

Τελικά όμως πιστεύω ότι τόσο για τα ζωάκια όσο και για μας τα ανθρωπάκια ισχύει ότι χωρίς spero δεν έχει spiro. Dum spero spiro λοιπόν. Η μαγκιά είναι να μην κουβαλάς τρύπια σημαία, αλλά να σηκώσεις μπαϊράκι ενάντια στη μιζέρια σου.

9/1/07

Δεκάλεπτο - 3

Μια τουλάχιστον δεκαετία της ζωής μου είχε ως σημεία αναφοράς τον Ντοστογιέφσκι και το αλκοόλ. Τα δύο αυτά σημεία αποτελούσαν τον καλύτερο τρόπο φυγής από μια καθημερινότητα που δεν ήταν και πολύ της αρεσκείας μου. Ήταν ταυτόχρονα και τα υλικά με τα οποία έκτισα τη μυθολογία μου. Έφτασα να πιστεύω ότι βυθιζόμενος στις αλκοολικές περισυλλογές μου, όποτε γούσταρα, μπορούσα να ανοίξω ένα από τα τετράδια που επιμελώς αγόραζα και να αρχίσω να γράφω τα αριστουργήματα μου. Αφέλεια θα μου πείτε, αλλά εκείνη την εποχή το πίστευα ακράδαντα. Με την πεποίθηση αυτή, κατάφερα να αρχίσω δεκάδες μυθιστορήματα, που τελείωναν άδοξα στην πρώτη σελίδα και να πιω δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες, λίτρα αλκοόλ στις διάφορες παραλλαγές του. Και η μιζέρια χόρευε αμέριμνη. Αρκετά αργότερα κατάλαβα την πλάνη μου κι έτσι η ανθρωπότητα γλίτωσε από ακόμη έναν επίδοξο συγγραφέα. Αν ο Μισέλ Φάις, αντί για την «Η κουζίνα του συγγραφέα» είχε σκεφτεί να επιμεληθεί τη σειρά «Η κουζίνα του μη συγγραφέα» σίγουρα θα μπορούσα να γράψω το πρώτο μου βιβλίο!

8/1/07

Δεκάλεπτο - 2

Ο φίλος μου ο μαροκινός δεν πρόλαβε μάλλον να διαβάσει Ντοστογιέφσκι στην κόρη του, καθώς κάποιο πρωί επιστρέφοντας στο διαμέρισμα του μετά από ταξίδι, δε βρήκε ούτε γυναίκα, ούτε παιδί, ούτε τους εκατοντάδες τόμους βιβλίων που κοσμούσαν τις βιβλιοθήκες. Δεν βρήκε καν τις βιβλιοθήκες. Βρήκε ένα άδειο κυριολεκτικά διαμέρισμα. Η γυναίκα του τον είχε παρατήσει παίρνοντας ό,τι πολυτιμότερο είχε στη ζωή του, την κόρη του και τα βιβλία του. Πήρε μαζί της και την κασέτα με την Έλλη Λαμπέτη να διαβάζει Καβάφη που του είχα δανείσει λίγες ημέρες πριν, όταν μου ανάφερε ότι είχε μεταφράσει Καβάφη στα αραβικά.

Σκέφτομαι ότι το μικρό κοριτσάκι θα είναι πλέον 20χρονη κοπέλα και βρίσκω πολύ άβολη τη σκέψη ετούτη. Έχουμε χαθεί με τον μαροκινό φίλο εδώ και αρκετά χρόνια, τον συναντούσα τυχαία μέχρι πριν από μια δεκαετία όταν κατοικούσαμε ακόμη στην ίδια πόλη. Την τελευταία φορά μου έδωσε έναν φάκελο με δημοσιεύσεις του και μου υποσχέθηκε να μου δώσει να διαβάσω τα πρώτα κεφάλαια από το βιβλίο που έγραφε για την κόρη του. Έκτοτε δεν ξαναβρεθήκαμε. Εγώ όμως για τον Ντοστογιέφσκι ήθελα να γράψω, αλλά πάει τέλειωσε κι αυτό το δεκάλεπτο

7/1/07

Έκτακτο δεκάλεπτο

Έκλεισε το monitor. Μου έφαγε περισσότερο από δεκάλεπτο να διαβάσω τα καθέκαστα και τα σχόλια. Τον τελευταίο καιρό σπάνια πλέον προλαβαίνω να διαβάσω blogs. To monitor ήταν μια κάποια λύση για να μαθαίνω στα γρήγορα για τα νέα της ελληνικής μπλογκόσφαιρας και να ανακαλύπτω νέες ενδιαφέρουσες παρουσίες. Τώρα πάει κι αυτό. Η δεκάλεπτη προθεσμία που έχω θέσει και δεν σκοπεύω να παραβώ δεν μου αφήνει περιθώριο να σχολιάσω το γεγονός και ίσως έτσι είναι καλύτερα, καθώς αυτό θα το κάνουν δεκάδες άλλοι.

Σε λίστες ταχυδρομείου, φόρα συζητήσεων και λοιπούς δικτυακούς τόπους είναι συνηθισμένο φαινόμενο να παρουσιάζονται τέτοιες δραματικές κορυφώσεις. Τα τελευταία δώδεκα χρόνια που ασχολούμαι με το διαδίκτυο οι ιστορίες επαναλαμβάνονται. Και δεν νομίζω ότι θα αλλάξει η κατάσταση στο μέλλον. Οι πρωταγωνιστές, ο τόπος, οι αιτίες και οι συνθήκες αλλάζουν, όλα τα άλλα είναι απελπιστικά όμοια και ανθρώπινα.

6/1/07

Δεκάλεπτο - 1

Είπα να δώσω μια τελευταία ευκαιρία στο μπλογκ μου. Λίγο πριν τη διαγραφή του, αποφάσισα να γράφω με το χρονόμετρο να τρέχει για 10 λεπτά, ό,τι μου κατέβει στο κεφάλι. Βαρύγδουπες προχειρότητες. Γραφιάς δεν είμαι κι έτσι δεν φοβάμαι μην εκτεθώ ανεπανόρθωτα. Βέβαια σκέφτομαι εσένα τυχαίε αναγνώστη και σου ζητάω προκαταβολικά συγγνώμη για την ταλαιπωρία. Αν δε με βρεις του γούστου σου, ξέχασε με. Είναι τόσο εύκολο.

Αυτές τις ημέρες άρχισα να ξαναδιαβάζω τον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι και σελίδα την σελίδα διαπίστωσα και πάλι ότι δεν έχω άδικο που το θεωρώ το καλύτερο βιβλίο που έχω διαβάσει στη ζωή μου. Έχω μπει σε αρκετούς κόσμους συγγραφέων, αλλά οι αρρωστημένοι κόσμοι του Ντοστογιέφσκι είναι νομίζω οι πιο ανθρώπινοι. Πρώτο τραπέζι πίστα στην ανθρώπινη ψυχή, δεν είναι και μικρό κατόρθωμα.

Εδώ και μια δεκαετία δεν διάβασα ούτε μια σελίδα Ντοστογιέφσκι, ικανοποιώντας μια απόφαση να παρατήσω την ανθρώπινη ψυχή στην ησυχία της. Αλλά φέτος επιστρέφοντας στο πατρικό μου σπίτι κι έχοντας για πρώτη φορά και την κόρη μου μαζί, θυμήθηκα έναν φίλο Μαροκινό, τον μόνο συγγραφέα που γνώρισα προσωπικά στη ζωή μου, ο οποίος όταν του μιλούσα για την τρέλα μου με τον Ντοστογιέφσκι (είχα διαβάσει ότι υπήρχε μεταφρασμένο σε ελληνικά, γερμανικά και αγγλικά, έκανα και μια αποτυχημένη προσπάθεια στο πανεπιστήμιο να μάθω ρώσικα μόνο και μόνο για χάρη του) μου έλεγε ότι καλός είναι ο Ντοστογιέφσκι, αλλά αυτός περιμένει να μεγαλώσει λίγο ακόμη η κόρη του για να τον ξαναδιαβάσει μαζί της. Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί.

Δυστυχώς το δεκάλεπτο τελείωσε, τα λέμε τη Δευτέρα πάλι. Καλή χρονιά.

Σκιτσάροντας

Δύσκολες οι τρεις διαστάσεις. Ακόμη και με δύο δυσκολεύομαι. Σκιτσάροντας αποκτώ άλλη επαφή με τα πράγματα. Κάθε αντικείμενο, ακόμη και το ...